O ANTPAΣ
«Ποια είναι τούτη που προβαίνει σαν αυγή
ωραία σαν φεγγάρι, λαμπερή σάν ήλιος.
ωραία σαν φεγγάρι, λαμπερή σάν ήλιος.
Όπως το κρίνο ανάμεσα στ’αγκάθια
η αγαπημένη μου μες τις κοπέλες
η αγαπημένη μου μες τις κοπέλες
Όμορφη, όμορφη, όμορφη που ‘σαι αγαπημένη μου.
Τι όμορφη που είσαι.
Γλυκιά σαν του περιστεριού και τρυφερή η ματιά σου.
Τι όμορφη που είσαι.
Γλυκιά σαν του περιστεριού και τρυφερή η ματιά σου.
Ωσάν την κόκκινη κλωστή τα χείλια σου
κι είναι γλυκιά η λιαλιά σου·
σαν την σκελίδα του ροδιού το μάγουλό σου
μεσ’ απ’ το πέπλο σου.
Τα δυο σου στήθια μοιάζουνε δίδυμα ζαρκαδάκια κι είναι γλυκιά η λιαλιά σου·
σαν την σκελίδα του ροδιού το μάγουλό σου
μεσ’ απ’ το πέπλο σου.
που να βοσκήσουν βγήκανε μες στα ανθισμένα κρίνα.
Φίλα με, φίλα με, μ’ όλα τα φιλιά που έχεις μες στο στόμα,
μέθα με στης αγκάλης σου το πιο γλυκό κρασί,
και το όνομα σου άρωμα, μύρο χυμένο κάτω.
Μέλι κερήθρας στάζουνε τα δυο γλυκά σου χείλη,
μέλι και γάλα αργοκυλούν στη γλώσσα σου από κάτω.
Κήπος κλειστός, ολάνθιστος είσαι αγαπημένη,
πηγή με γάργαρο νερό.
Παράδεισος από δροσιές, παράδεισος από ροδιές το κάθε σου αυλάκι.
Κανέλα, μοσχοκάλαμο κι’ ο νάρδος με τον κρόκο,
και ρίζες αρωματικές του Λίβανου
και σμύρνα και αλόη, και όποιο μύρο πεις, σε σένα ευωδιάζουν.
...Kι ο ανασασμός σου σαν του μήλου·
τα λόγια σου σαν το καλό κρασί
που δίκαια χύνεται για τον αγαπημένο
και που γλιστρά στα ναρκωμένα χείλη.
Eίσαι πανέμορφη αγαπημένη μου
χωρίς ψεγάδι.
Αχ, μου ‘χεις κλέψει την καρδιά ,
μ’ ένα σου βλέμμα μοναχά, μια χάντρα στο λαιμό σου...
H NYΦH
Ωσάν μηλιά στα δέντρα του δρυμού
o αγαπημένος μου στα παλικάρια·
Στον ίσκιο του λαχτάρησα και κάθισα
Κι ο καρπός του γλυκός στον ουρανίσκο.
Eγώ είμαι του αγαπημένου μου
Κι ο πόθος του για μένα.
Nα με φιλήσει με τα φιλιά του στόματός του!
H αγκάλη σου, από το κρασί είναι πιο καλή
κι η ευωδιά των μύρων σου απ’όλα τα αρώματα·
μύρο χυμένο τ’ όνομά σου.
Έλα να βγούμε αγαπημένε, στους αγρούς,
Να νυχτωθούμε σε χωριά
Και να μας βρει το χάραμα στ’ αμπέλια.
Nα ιδούμε μη ροδάμισε τ’ αμπέλι,
Μην τα μπουμπούκια έχουν ανοίξει,
Μη βγάλαν άνθος οι ροδιές·
Εκεί θα σου δώσω τον κόρφο μου.
Oι μαντραγόρες άπλωσαν τη μυρωδιά τους
Και στις θύρες οι ωραίοι καρποί,
Νέοι και παλαιοί, αγαπημένε, που φύλαξα για σένα.
Σήκω Βοριά, έλα Νοτιά, φύσα τα κλωνιά μου,
να ξεχυθούν, να σκορπιστούν παντού οι ευωδιές μου.
Σήκω Βοριά, έλα Νοτιά φυσήξτε τα κλωνιά μου
να ξεχυθούν, να σκορπιστούν παντού τα αρώματά μου.
Κι’ ας κατεβεί ο άντρας μου στο κήπο που ‘ν’ δικός του,
για να γευτεί όποιο καρπό απ’ τα κλαδιά του θέλει,
για να γευτεί όποιο καρπό απ’ τα κλαδιά μου θέλει.
Bάλε με σφραγίδα στην καρδιά σου
ωσάν σφραγίδα στο μπράτσο σου·
είναι δυνατή η αγάπη σαν το θάνατο
και σκληρός ο πόθος σαν τον Άδη·
οι σπίθες της είναι σπίθες της φωτιάς
φλόγα του Θεού.
νερά, ποτάμια δεν μπορούν
να σβήσουν την αγάπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου